Στεφανιαία Νόσος

στεφανιαία νόσος

Τι ορίζεται ως στεφανιαία νόσος;

Η στεφανιαία νόσος είναι μια συχνή μορφή καρδιοπάθειας και ευθύνεται για οκτώ στους δέκα αιφνίδιους καρδιακούς θανάτους, αναδεικνύοντας τον πολυπαραγοντικό και επιθετικό χαρακτήρα της. Οφείλεται σε στένωση ή απόφραξη των στεφανιαίων αρτηριών, οι οποίες είναι υπεύθυνες για την αιμάτωση του μυοκαρδίου.

Η περιορισμένη ροή αίματος προς τον καρδιακό μυ οφείλεται κυρίως στην αθηροσκλήρυνση. Η αθηροσκλήρυνση είναι μια χρόνια εκφυλιστική διαδικασία που χαρακτηρίζεται από την εναπόθεση λιπιδίων, χοληστερόλης και άλλων κυτταρικών στοιχείων στο ενδοθήλιο των αρτηριών.

Οι αθηρωματικές πλάκες που σχηματίζονται οδηγούν σε προοδευτική στένωση του αυλού των αγγείων, γεγονός που ενδέχεται να προκαλέσει στο μέλλον οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου.

Ποια είναι τα αίτια και οι προδιαθεσικοί παράγοντες εμφάνισής της;

Όπως προαναφέρθηκε, η στεφανιαία νόσος οφείλεται κυρίως στην αθηροσκλήρυνση, δηλαδή στη σταδιακή συσσώρευση αθηρωματικής πλάκας στο εσωτερικό των στεφανιαίων αρτηριών.

Η συγκέντρωση οδηγεί σε στένωση και δυσκαμψία των αγγείων, περιορίζοντας τη ροή αίματος προς το μυοκάρδιο. Το αποτέλεσμα είναι μυοκαρδιακή ισχαιμία που αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο εμφράγματος.

Η στεφανιαία νόσος έχει πολυπαραγοντική αιτιολογία, με τη γενετική προδιάθεση να αποτελεί έναν από τους σημαντικούς, αλλά όχι αποκλειστικούς καθοριστικούς παράγοντες. Η ύπαρξη οικογενειακού ιστορικού πρώιμης καρδιοαγγειακής νόσου αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης αθηροσκλήρυνσης.

Εκτός από τη γενετική προδιάθεση, μερικοί ακόμη παράγοντες αυξάνουν τις πιθανότητες εμφάνισης στεφανιαίας νόσου. Ειδικότερα, οι παράγοντες που έχουν ενοχοποιηθεί είναι οι κάτωθι:

Τροποποιήσιμοι παράγοντες κινδύνου

  • Κάπνισμα (συμπεριλαμβανομένου του ηλεκτρονικού τσιγάρου)
  • Αρτηριακή υπέρταση
  • Δυσλιπιδαιμία (αυξημένη LDL, χαμηλή HDL, αυξημένα τριγλυκερίδια)
  • Σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2
  • Παχυσαρκία (BMI >25 kg/m²)
  • Καθιστική ζωή
  • Ανθυγιεινή διατροφή υψηλή σε κορεσμένα λιπαρά
  • Μεταβολικό σύνδρομο
  • Υπνική άπνοια και άλλες διαταραχές ύπνου
  • Υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ

Μη τροποποιήσιμοι παράγοντες κινδύνου

  • Ηλικία >45 ετών στους άνδρες και >55 ετών ή μετά την εμμηνόπαυση στις γυναίκες
  • Οικογενειακό ιστορικό πρώιμης καρδιοπάθειας
  • Πρώιμη εμμηνόπαυση (<40 ετών)
  • Συγγενείς μεταβολικές ή καρδιολογικές διαταραχές

Με ποια συμπτώματα εκδηλώνεται η στεφανιαία νόσος;

Η στεφανιαία νόσος μπορεί να παραμείνει για μεγάλο χρονικό διάστημα ασυμπτωματική. Αυτό συμβαίνει ιδιαίτερα όταν οι αρτηριακές στενώσεις δεν επηρεάζουν ουσιαστικά την αιμάτωση του μυοκαρδίου.

Ωστόσο, ακόμα και σε περιπτώσεις σοβαρής στένωσης, τα συμπτώματα μπορεί να απουσιάζουν μέχρι την αιφνίδια εκδήλωση οξέος εμφράγματος. Το προειδοποιητικό σύμπτωμα της νόσου είναι συνήθως η στηθάγχη, ένας πόνος ή αίσθημα πίεσης στο πρόσθιο θωρακικό τοίχωμα.

Ο πόνος αυτός ενδέχεται να αντανακλά στον τράχηλο, στην πλάτη ή στα άνω άκρα και συνοδεύεται συχνά από ιδρώτα, ναυτία ή αίσθημα δυσφορίας. Ο πόνος εμφανίζεται με την άσκηση ή το στρες και υποχωρεί με την ανάπαυση. Ένα ακόμη προειδοποιητικό σύμπτωμα είναι η δύσπνοια κατά την κόπωση.

Το οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου αποτελεί την εξέλιξη της νόσου, με έντονο και παρατεταμένο πόνο που δεν ανακουφίζεται με την ανάπαυση και συνοδεύεται από νέκρωση μυοκαρδιακού ιστού λόγω πλήρους διακοπής της αιμάτωσης.

Η σιωπηλή κλινική πορεία σε αρκετές περιπτώσεις καθιστά τη νόσο εξαιρετικά επικίνδυνη, ιδίως σε άτομα με πολλαπλούς παράγοντες κινδύνου, γεγονός που αναδεικνύει τη σημασία της πρόληψης και του τακτικού καρδιολογικού ελέγχου.

Πώς πραγματοποιείται η διάγνωση;

Η διαγνωστική προσέγγιση της στεφανιαίας νόσου βασίζεται στη συνδυαστική αξιολόγηση του ιστορικού του ασθενούς, της κλινικής εικόνας του και ειδικών εξετάσεων.

Ειδικότερα, η  διαγνωστική διερεύνηση περιλαμβάνει εργαστηριακές αναλύσεις (π.χ. λιπιδαιμικό προφίλ, δείκτες φλεγμονής), ηλεκτροκαρδιογράφημα (ΗΚΓ),  δοκιμασία κόπωσης καθως και υπερηχοκαρδιογράφημα. Σε περιπτώσεις που απαιτείται περαιτέρω απεικόνιση, χρησιμοποιούνται η δυναμικη υπερηχογραφια καρδιας (stress echo), η αναιμακτη στεφανιογραφια  και η μαγνητική τομογραφία καρδιάς.

Η αναίμακτη στεφανιογραφία είναι μία μη επεμβατική διαγνωστική εξέταση που γίνεται με αξονικό τομογράφο (CT) και χορήγηση ενδοφλέβιου σκιαγραφικού. Παρέχει τρισδιάστατες εικόνες των στεφανιαίων αγγείων της καρδιάς.

Τα πλεονεκτήματα της εξέτασης είναι τα παρακάτω:

  • Δεν απαιτεί εισαγωγή καθετήρα στις αρτηρίες.
  • Πιο γρήγορη και χωρίς νοσηλεία.
  • Ιδανική για χαμηλού κινδύνουασθενείς.

Από την άλλη, τα μειονεκτήματά της είναι τα κάτωθι:

  • Δεν μπορεί να γίνει αγγειοπλαστική επί τόπου.
  • Επηρεάζεται από αυξημένους καρδιακούς παλμούς ή ασβεστοποίηση αγγείων.
  • Χρειάζεται ακτινοβολία και σκιαγραφικό (όχι κατάλληλη για όλους).

Επίσης, όταν κρίνεται απαραίτητο, πραγματοποιείται και η εξέταση της  αιματηρής στεφανιογραφίας που παρέχει άμεση εικόνα της ανατομίας και της λειτουργίας των στεφανιαίων αρτηριών.

Ειδικότερα, η αιματηρή στεφανιογραφία είναι μια επεμβατική ιατρική πράξη, κατά την οποία εισάγεται ένας καθετήρας (λεπτός σωλήνας) μέσω αρτηρίας (συνήθως από τον καρπό ή τη βουβωνική χώρα) και προωθείται στις στεφανιαίες αρτηρίες της καρδιάς. Εκεί γίνεται έγχυση σκιαγραφικού υγρού και λαμβάνονται ακτινογραφίες (ακτινοσκοπική απεικόνιση), για να αξιολογηθεί η ροή του αίματος και η ύπαρξη στενώσεων ή αποφράξεων.

Η ολιστική αυτή αξιολόγηση επιτρέπει την πρώιμη διάγνωση της στεφανιαίας νόσου και τον σχεδιασμό εξατομικευμένης θεραπευτικής στρατηγικής.

Στεφανιαία νόσος & Θεραπεία

Η αντιμετώπιση της στεφανιαίας νόσου είναι πολυπαραγοντική και εξατομικεύεται με βάση τη βαρύτητά της και τα συνοδά νοσήματα.

Ειδικότερα, περιλαμβάνει αλλαγές στον τρόπο ζωής (διακοπή καπνίσματος, υγιεινή διατροφή, άσκηση), φαρμακευτική αγωγή και, σε προχωρημένα στάδια, επεμβατικές παρεμβάσεις.  

Σε ασθενείς με σημαντικές στενώσεις, εφαρμόζονται παρεμβάσεις με αγγειοπλαστική και τοποθέτηση stent ή χειρουργική επαναιμάτωση μέσω αορτοστεφανιαίας παράκαμψης (CABG). Η μετεγχειρητική φάση περιλαμβάνει συχνά αποκατάσταση, με στόχο τη βελτίωση της λειτουργικότητας της καρδιάς και τη δευτερογενή πρόληψη.

Ενδείξεις επεμβατικής θεραπείας

Η επεμβατική αντιμετώπιση της στεφανιαίας νόσου πραγματοποιείται όπως προαναφέρθηκε με αγγειοπλαστική και τοποθέτηση stent είτε με αορτοστεφανιαία παράκαμψη (bypass).

Βασικές ενδείξεις για τις επεμβατικές αυτές διαδικασίες αποτελούν η ασταθής στηθάγχη, η εμμένουσα συμπτωματολογία παρά τη χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής, καθώς και η παρουσία σημαντικών στενώσεων.

Επεμβατική θεραπεία, επίσης, ενδείκνυται επειγόντως σε οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου με απόφραξη αγγείου. Η επιλογή της μεθόδου βασίζεται σε ανατομικά και λειτουργικά κριτήρια, την παρουσία συνοδών νοσημάτων και τη γενική κατάσταση του ασθενούς, με στόχο τη βελτίωση της αιμάτωσης, την ανακούφιση των συμπτωμάτων και τη μείωση της θνητότητας.

Εάν εμφανίζετε κάποιο από τα παραπάνω συμπτώματα που σχετίζονται με τη στεφανιαία νόσο, θα πρέπει να αναζητήσετε άμεσα ιατρική βοήθεια. Ο Επεμβατικός Καρδιολόγος Γεώργιος Ζαρογιάννης βρίσκεται στη διάθεσή σας για την επίλυση των καρδιολογικών παθήσεων που αντιμετωπίζετε. Επικοινωνήστε μαζί μας και κλείστε το ραντεβού σας.

Γιώργος Ζαρογιάννης

Επεμβατικός Καρδιολόγος

Ο Γεώργιος Ζαρογιάννης είναι επεμβατικός καρδιολόγος και επιστημονικός συνεργάτης της Ευρωκλινικής Αθηνών.
Ο Δρ. Ζαρογιάννης είναι απόφοιτος του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και Διδάκτωρ της ιατρικής σχολής του Πανεπιστημίου Goethe Φρανκφούρτης.
Έχει εξειδικευθεί στο Augusta Hospital Düsseldorf και Elisabeth Hospital Essen και διαθέτει μακρόχρονη εμπειρία στη θεραπεία της Στεφανιαίας νόσου (σύμπλοκες στενώσεις, χρόνιες ολικές αποφράξεις) και Βαλβιδοπαθειών (Αορτική Στένωση, Ανεπάρκεια Μιτροειδούς/Τριγλώχινας-MitraClip/TriClip)

Επεμβατικός Καρδιολόγος